Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

γιατί ειμαι αλήτης κι οχι επινόημα δικό σου



Αδύνατον να πηγαινεις μονιμως καταστηθα στη λυπη
να κοιτας καταματα οτι σε απογοητευει ξανα κ ξανα
να υπερασπιζεσαι μεσα σου
οποιον δε σε σεβεται αρκετα ωστε να σε υπαρσπιστει μεσα του
Καποια στιγμη γυρνας πλατη...
οχι οτι κ ετσι δε θα σε χτυπησουν



δεν περιμενεις ομως πια την πλημμυρα για να ξεδιψασεις...
θα πας στο ρυακι
κ οποιοςκαταλαβαινει
θα σε βρει εκει

γυριζεις πλατη
κι ισως καποια στιγμη
να ακουσεις ενα σφυριγμα
που θα αξιζει τον κοπο
να γυρισεις προς το μερος του












Επιτέλους γυρνάω σελίδα,
ανέλπιστο δώρο από ένα λαό χωρίς ελπίδα.
Του κοπαδιού η αφροσύνη με στολίζει με μίσος
γιατί ξεστόμισα βλασφήμιες για τα ιερά τους, ίσως.
Εγώ δε χωράω πουθενά τραγουδιάρη μου.
Αρνιέμαι, σ' αυτή τη γη να μπει το κουφάρι μου.
Δεν αφήνω ενέχυρο τους στίχους μου σε κανένα σας,
για λίγο από τη μέθη και το ψέμα σας.
Οι ήρωες μου είναι όλοι νεκροί, έτσι κι αλλοιώς
Τι τύχη να χω μ' εσάς ο φωνακλάς ο μισερός;
Είμαι γέρακας άφτερος κι αν θες να ξέρεις τα φτερά μου
κοπήκαν κάποτε από κάποιους σαν και σας στο αρχίνημα μου κι όμως χαρά μου.
Σα λιόπετρος ξενομερίτης έχω κοντά μου,
μνήμες, απ΄τα λεύτερα όλης της πλάσης.
Χαλάλι εμένα, αυτές πως θα τις δικάσεις;


Ποιός είσαι εσύ που ρόλο στη παρωδία, μου διαλέγεις
με τους ανήμπορους γιατί με συγκαταλέγεις
μπορεί τσίπα να μην έχω , αλλά είμαι μαγκιώρος
του καλού δεν ειμαι γιος, της λευτεριάς ειμαι ο λώρος.
Κοφ' το, με τα δόντια επαναστάτη μπόσικε
και σαν μουσαφίρης το κακό μέσα σου χώθηκε.
Εχεις λαξεμένο ένα μπάτσο κι ενα φασίστα στο πλευρό σου
που φροντίζουν για σένα στο λήθαργο σου
Πρεπει ν' αρχίσω να τη πίνω στα γεράματα,
για να βρω λιγο χώρο δίπλα σου στα χαλάσματα.
Να επαινώ το λαό και τους αγώνες του,
να 'μαι αθέατος μπροστά στους αιώνες του.
Πρέπει να δηλώσω ότι είμαι κάτι σώνει και καλά.
Να γίνω η κοπριά στ' αγκάθια για ν' ανεβαίνουνε ψηλά,
δε θα σου φέρω όμως, τόσο, σιμά τον ουρανό σου
γιατί ειμαι αλήτης κι οχι επινόημα δικό σου.


Απ' το βιβλίο της ζωής για μένα λείπει μια σελίδα,
είναι εκείνη η φημισμένη που μιλάει για τη πατρίδα.
Αυτός , που την έσκισε πριν μου το δώσει
δεν ήθελε με κάτι βαρύ επιπλέον να με φορτώσει.
Ίσως για να με γλυτώσει και λεύτερο μ' αμόλησε
δε με κρυφοαπάγκιασε, ουτε μ' αγκυροβόλησε.
Μου 'δωσε τις ευχές ενός πουλιού κυνηγημένου
και τη κατάρα ενός κόσμου κουρασμένου.
«Κάθε φορά οι πολλοί να με παρερμηνεύουν
κι οι λίγοι οι πιο χρήσιμοι πάντα να με προμαντεύουν»,
ωσότο ανέβουν στα σύννεφα, οι χαρακιές της γης
και στις κρυφές τις ρίζες η δροσιά, οταν φτάσει της βροχής.

Αυτά θα 'ναι μου 'παν τα πρώτα σημάδια
κι οταν οι δειλοί κουρνιάζουν τ' αφέγγαρα βράδια,
του μαχαιριού σου να πυρώνεις τη λεπίδα,
όμως ποτέ μη γυρέψεις τη χαμένη σελίδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου